image_pdfimage_print

Σας καλέσαμε σήμερα για να σας ενημερώσουμε για όσα συμβαίνουν στον ραδιοφωνικό σταθμό ΠΛΑΝΕΤ και για να σας μεταδώσουμε την αγωνία των συναδέλφων μας που έχουν να πληρωθούν 2 και 3 μήνες, ορισμένοι και 4.
Οι συνάδελφοι στον ΠΛΑΝΕΤ απεργούν από την 6η Σεπτεμβρίου ζητώντας το αυτονόητο, την αμοιβή για την εργασία τους.
Ο κ. Παύλοβιτς, ο φερόμενος ως ιδιοκτήτης του σταθμού, παρόλο που όταν τον καλέσαμε στην Ένωση τον μήνα Ιούνιο είχε δηλώσει και μάλιστα εγγράφως ότι σε τακτή προθεσμία ενός μηνός θα καταβάλει τα αναδρομικά και κανονικά τους μισθούς τίποτε από αυτά δεν τήρησε. Παράλληλα, υποβαθμίζοντας συνέχεια το πρόγραμμα του σταθμού, απαξιώνει την ίδια τη δημοσιογραφία.
Στο ίδιο αγωνιστικό μέσο αναγκάστηκαν να καταφύγουν και οι τεχνικοί και οι υπάλληλοι γιατί ούτε αυτούς πληρώνει ο κ. Παύλοβιτς.
Στο καθ’ όλα δίκαιο αίτημα των εργαζομένων ο κ. Παύλοβιτς απάντησε με αγωγές στα Δικαστήρια, ζητώντας να κηρυχθεί παράνομη κάθε απεργία ακόμα και αυτή που θα γινόταν στο μέλλον και να καταδικαστούν ο Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας σε χρηματική ποινή και προσωποκράτηση.
Από τις αγωγές αυτές δύο απορρίφθηκαν και οι άλλες έγιναν δεκτές μόνο για τυπικούς λόγους. Η απεργία όμως δεν ανεστάλη και συνεχίζεται με την ίδια καθολική συμμετοχή, με την ίδια πίστη για την τελική δικαίωσή μας.
Ο κ. Παύλοβιτς ενώ δεν πληρώνει όσους εργάζονται σ’ αυτόν συγχρόνως προαναγγέλλει την έκδοση εφημερίδων και διαπραγματεύεται την πώληση του σταθμού.
Η περίπτωση του κ. Παύλοβιτς και του κάθε κ. Παύλοβιτς καταδεικνύει το διάτρητο νομικό πλαίσιο που διέπει την αδειοδότηση και τη λειτουργία του ιδιωτικού ραδιόφωνου και της ιδιωτικής τηλεόρασης. Είναι απαράδεκτο ο όποιος εργοδότης να εκμεταλλεύεται ένα δημόσιο αγαθό, όπως είναι η χρήση της συχνότητας, που κατά κυριότητα ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο, στον Ελληνικό λαό και να μην εκπληρώνει τη στοιχειώδη υποχρέωση του προς τους εργαζομένους, την καταβολή του μισθού για την εργασία τους.
Η ΕΣΗΕΑ έχει προσφύγει στο ΕΣΡ και στους συναρμόδιους Υπουργούς, Εργασίας και Επικρατείας, ζητώντας την παρέμβασή τους. Το ΕΣΡ ανταποκρίθηκε αμέσως και κάλεσε τον κ. Παύλοβιτς να παραδώσει το πρόγραμμα του σταθμού κατά τη διάρκεια της απεργίας και τις μισθολογικές καταστάσεις, για να διαπιστώσει αν τηρούνται οι προϋποθέσεις χορηγήσεως της αδείας λειτουργίας του σταθμού.
Η περίπτωση του ΠΛΑΝΕΤ όμως θέτει κατά τρόπο επιτακτικό την ανάγκη της τροποποίησης των διατάξεων του ν. 1264/82 που ρυθμίζουν το θέμα της απεργίας.
Το πλέγμα των παραπάνω διατάξεων με τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση της απόφασης για απεργία προ τεσσάρων ημερών, δημόσιο διάλογο υπό τη διεύθυνση μεσολαβητού του ΟΜΕΔ, ορισμό προσωπικού για την εξυπηρέτηση των «στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου» – πράγμα που στην πράξη σημαίνει μερική λειτουργία του σταθμού – καθιστά έως και ανέφικτη την απεργία των Δημοσιογραφικών Ενώσεων στην ιδιωτική και δημόσια ραδιοτηλεόραση, ιδίως όταν ο λόγος της απεργίας αναφέρεται στην άσκηση της καθημερινής συνδικαλιστικής πρακτικής και απαιτείται άμεση αντιμετώπιση για να επιτευχθεί η επίλυση του προβλήματος που δημιουργήθηκε.
Πλέον αυτού ο λόγος για τον οποίο θεσπίστηκαν οι παραπάνω διατάξεις δεν ανταποκρίνεται στην σημερινή πραγματικότητα. Ούτε η κάλυψη των «στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου» υφίσταται, όταν εκδηλώνεται απεργία σε ένα μέσο – ραδιόφωνο ή τηλεόραση – καθόσον οι ανάγκες αυτές καλύπτονται από τους λοιπούς και πολυάριθμους ραδιοφωνικούς ή τηλεοπτικούς σταθμούς ο δε δημόσιος διάλογος υπάρχει πάντοτε στην πράξη.
Επιπλέον τα Δικαστήρια, δικάζοντας τις σχετικές αγωγές των εργοδοτών, με τις οποίες ζητείται να κηρυχθούν παράνομες και καταχρηστικές οι απεργίες των εργαζομένων έφτασαν στο σημείο με μια ευρεία ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων να απαγορεύσουν την άσκηση του απεργιακού δικαιώματος στο μέλλον, αλλά και να επιβάλλουν ποινές προστίμου και προσωποκρατήσεως στον Πρόεδρο και τον Γραμματέα του Σωματείου.
Όπως γίνεται αντιληπτό όλοι αυτοί οι περιορισμοί επεκτεινόμενοι από την ερμηνεία που δίνεται από τα Δικαστήρια οδηγούν στην κατ’ ουσία απαγόρευση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της απεργίας.
Με τον τρόπο αυτό φτάνουμε στο σημείο ο εργοδότης να παρανομεί προκλητικά, να διαπράττει ποινικό αδίκημα –όπως είναι η μη καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών- και το Προεδρείο της συνδικαλιστικής οργάνωσης να κινδυνεύει με προσωποκράτηση γιατί άσκησε το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά του, αυτό της απεργίας.
Η ΕΣΗΕΑ μαζί με τις άλλες Ενώσεις του χώρου έχει απευθυνθεί στους αρμόδιους Υπουργούς ζητώντας συνάντηση για το θέμα αυτό. Δηλώνουμε όμως προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν πρόκειται με οποιαδήποτε απειλή ή ποινή να υποστείλουμε τη σημαία του αγώνα για τη διασφάλιση του δικαιώματος στην εργασία αλλά και της αμοιβής.
Καλούμε τους υπουργούς Επικρατείας και Απασχόλησης να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να παρέμβουν για να δοθεί τέλος σε προκλητικές παράνομες και αντεργατικές πρακτικές εργοδοτών.
Τα προβλήματα καθημερινά πολλαπλασιάζονται. Τα εργασιακά δικαιώματα απειλούνται. Οι συνάδελφοί μας ζουν σε κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας για το μέλλον τους.
Αυτές τις ημέρες μας απασχολούν προαναγγελθείσες απολύσεις οκτώ συναδέλφων που εργάζονται χρόνια στο «ΒΗΜΑ» με δελτία παροχής υπηρεσιών.
Διαμορφώνεται έτσι ένα δυσάρεστο κλίμα για τους εργαζόμενους, σε εποχή μάλιστα που δημοσιεύματα κάνουν λόγο για αύξηση κερδών του ΔΟΛ σε ποσοστό 249%!
Αν γίνουν οι απολύσεις στο «ΒΗΜΑ» το «Διασωματειακό», που συνεδριάζει την Πέμπτη, θα προχωρήσει σε κινητοποιήσεις.
Υπάρχει ακόμα βιομηχανία μηνύσεων εναντίον δημοσιογράφων από τους οποίους δήθεν θιγόμενοι πολιτικοί και μεγαλοεπιχειρηματίες ζητούν τεράστια χρηματικά ποσά για «ηθική βλάβη». Οι μηνυτές «κοστολογούν την τιμή τους» σε δεκάδες εκατομμύρια δραχμές και απαιτούν τα χρήματα από δημοσιογράφους!
Για όλα αυτά ευθύνες έχουν και οι κυβερνήσεις που ανέχονται ο χώρος στα ΜΜΕ να παραμένει ξέφραγο αμπέλι και η ασυδοσία εργοδοτών να αποτελεί κανόνα.