image_pdfimage_print

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ ανακοινώνει με βαθιά θλίψη την απώλεια του εκλεκτού μέλους τής παλιάς καλής φρουράς των λειτουργών του Τύπου, του Βάσου Τσιμπιδάρου, που πέθανε χτες σε ηλικία 83 ετών έπειτα από σύντομη ασθένεια.
Ο Βάσος Τσιμπιδάρος, γεννημένος στα 1919 στην Καρέα της Μάνης, με καταξιωμένες οικογενειακές καταβολές στην ελληνική Δημοσιογραφία, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στα χρόνια της ιταλογερμανικής κατοχής (1941-1944) από το περιοδικό ποικίλης ύλης “Θησαυρός” του εκδότη της “Αθηναϊκής” Γιάννη Παπαγεωργίου. Από τότε και μέχρι την αποχώρησή του από την ενεργό Δημοσιογραφία, σταδιοδρόμησε για τέσσερις δεκαετίες σχεδόν στον αθηναϊκό Τύπο με ενδιάμεσα χρονικά διαστήματα παραμονής του στο εξωτερικό.
Αμέσως μετά την απελευθέρωση ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, όταν ανέλαβε καθήκοντα Αντιβασιλέως, του ανέθεσε τη διεύθυνση του Γραφείου Τύπου της Αντιβασιλείας και από τη θέση αυτή πρόσφερε θετικές υπηρεσίες σε μια κρίσιμη για την Ελλάδα μεταβατική περίοδο. Παράλληλα, ανέλαβε και έφερε σε αίσιο πέρας διάφορες εμπιστευτικές αποστολές, κυρίως στη Β. Ελλάδα όπου είχαν αναπτύξει έντονη δραστηριότητα οι σλαβόφωνοι αυτονομιστές. Πολεμικός ανταποκριτής αθηναϊκών εφημερίδων κατά τη διάρκεια του εμφυλίου σημείωσε πολλές δημοσιογραφικές επιτυχίες.
Την ίδια εποχή και μέχρι το 1947 εργάστηκε ως συντάκτης στην εφημερίδα “Εμπρός”, που είχε στο μεταξύ επανεκδοθεί υπό τη διεύθυνση του Αλκ. Καλαποθάκη. Ταυτόχρονα συνεργάστηκε με τον δημοσιογράφο Νικόλαο Βεντήρη στην έκδοση της εφημερίδας “Ελληνική Ημέρα” και αργότερα, από το 1951- έγινε μόνιμος συνεργάτης των εφημερίδων του Συγκροτήματος των αδελφών Μπότση “Ακρόπολις” και “Απογευματινή”. Από τα 27 συνολικά χρόνια που εργάστηκε στις δύο αυτές εφημερίδες, τα 17 ήταν ανταποκριτής τους στο Λονδίνο.
Κατά τη μακρόχρονη παραμονή του στη βρετανική πρωτεύουσα, ανέπτυξε ευρύτερες δημοσιογραφικές δραστηριότητες. Μεταξύ των άλλων, διετέλεσε ανταποκριτής των εφημερίδων “Φιλελεύθερος” της Λευκωσίας και “Εθνικός Κήρυξ” της Νέας Υόρκης. Ο ίδιος εξέδωσε και την εφημερίδα “Εμπρός” που σύντομα απέκτησε σημαντική κυκλοφορία και κύρος μεταξύ των αποδήμων Ελλήνων της Μ.Βρετανίας.

Από το 1961, τέλος, διορίστηκε στο Γραφείο Τύπου της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο και από τη θέση αυτή απολύθηκε το 1967 με εντολή της κυβέρνησης των συνταγματαρχών. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα συνεργάστηκε στην εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος” και στο περιοδικό “Εικόνες”.
Από τους πιο πολυταξιδεμένους Έλληνες δημοσιογράφους, πραγματοποίησε 75 αποστολές σε 35 διαφορετικές χώρες του κόσμου. Ήταν ο πρώτος δημοσιογράφος που διέσχισε την έρημο της Σαχάρας, από τη Βεγγάζη της Λιβύης μέχρι τον Ισημερινό και οι ζωντανές εμπειρίες του από τα ταξίδια και τις περιηγήσεις, τού έδωσαν τη δυνατότητα να γράψει και να δημοσιεύσει σειρές από κείμενα ταξιδιωτικής δημοσιογραφίας και λογοτεχνίας.
Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του σημείωσε αρκετές δημοσιογραφικές επιτυχίες μεταξύ των οποίων η δημοσιογραφική του έρευνα για την υπόθεση της δολοφονίας του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζωρτζ Πολκ το 1948 στην Θεσσαλονίκη, που συνέβαλε αποφασιστικά στην αποκάλυψη συνταρακτικών στοιχείων. Τα στοιχεία αυτά συνέτειναν στην αποφυλάκιση και στην συνέχεια στην αθώωση του δημοσιογράφου Γρηγόρη Στακτόπουλου, ο οποίος είχε κατηγορηθεί και καταδικαστεί για συνεργεία στο έγκλημα.
Στη συγγραφική δράση του Βάσου Τσιμπιδάρου περιλαμβάνονται τα βιβλία: “Οδηγός του δημοσιογράφου”, “Δυτικά του Κιλιμάντζαρου”, “Οδηγός του Λονδίνου”, “Το χωριό μου η Καρέα”, “Οι Έλληνες στην Αγγλία”, “Μανιάτικες Αναμνήσεις”, “Το 1821 χωρίς δάφνες και στέφανα” και δημοσιογραφικές αναμνήσεις με τίτλο, “Με την άκρη της πένας”.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ενώσεως συλλυπείται τους οικείους του και αποχαιρετά έναν άξιο συνάδελφο που με ευθύνη, συνέπεια και τιμή υπηρέτησε την ελληνική δημοσιογραφία.
Η κηδεία του Βάσου Τσιμπιδάρου θα γίνει αύριο Τρίτη στις 4.30 το απόγευμα στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.