image_pdfimage_print

Περίληψη: To Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, έκρινε ομόφωνα πειθαρχικά ελεγκτέο τον συν. Δημήτρη Θανάσαινα, ύστερα από έγκληση της συν. Κωνσταντίνας Αλεξίου, για συκοφαντική δυσφήμιση.

Ποινή :

Διατηρείται ομόφωνα η πρωτοβάθμια ποινή της προσωρινής διαγραφής 2 ετών από τα μητρώα της ΕΣΗΕΑ.

Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο της Ενώσεως Συντακτών ΗΕΑ, συνήλθε σήμερα Τετάρτη, 23 Ιανουαρίου 2013, στα επί της οδού Ακαδημίας 20 γραφεία του, υπό την προεδρεία της προέδρου Μιμής Τουφεξή και με την παρουσία των τακτικών μελών, Ελένης Τράϊου, Παύλου Γερακάρη, Πάνου Τσίρου και Αναστάσιου Κοντογιαννίδη, καθώς και της γραμματέως Μαρίας Χριστοφοράτου, προκειμένου να εξετάσει την από 25.05.12 έφεση του συν. Δημήτρη Θανάσαινα κατά της υπ’ αριθμ. 10/2012 απόφασης του Πρωτοβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου.

Το Συμβούλιο έκρινε τυπικά βάσιμη την έφεση και προχώρησε στην κατ’ ουσία εξέτασή της.

Σύμφωνα με το άρθρο 18, παρ. 11 του Καταστατικού, 1 η παράταση δόθηκε στις 19.07.12 και δεύτερη παράταση δόθηκε στις 08.11.12.

Με την προσβαλλόμενη απόφαση, το ΠΠΣ τον έκρινε ομόφωνα πειθαρχικά ελεγκτέο και με ψήφους 4 έναντι 1 του επέβαλε την προσωρινή διαγραφή 2 ετών, για αντισυναδελφική συμπεριφορά (συκοφαντική δυσφήμιση), με την μειοψηφία να προτείνει την οριστική διαγραφή.

Η υπ’ αριθμ. πρωτ. 1285/31.01.05 έγκληση της συν. Κωνσταντίνας Αλεξίου, μεταξύ άλλων, είχε ως εξής:

«Υποβάλλω έγκληση στο ΠΠΣ της Ένωσης, εναντίον του δημοσιογράφου Δημήτρη Θανάσαινα, του Τ/Σ “ Alter”, και μέλους της ΕΣΗΕΑ, για δυσφήμηση, συκοφαντική δυσφήμηση, κατ’ εξακολούθηση και κατά συρροή, και παραβίαση προσωπικών δεδομένων όλα μέσω Internet.

Ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος, είχε καταρτίσει από το Δεκέμβριο του 2004, ερωτικές αγγελίες, σε τρεις ιστοσελίδες του Ιντερνετ, μέσω των οποίων απέστελλε μηνύματα σε χρήστες του διαδικτύου προσποιούμενος εμένα, «διανθίζοντας» τις αγγελίες με τις … «καλές μου επιδόσεις στον ερωτικό τομέα» και συνομιλώντας με όσους έδειχναν ενδιαφέρον στην αγγελία, σε chat room και αποστέλλοντας προσωπικά μηνύματα στους ενδιαφερόμενους χρήστες, δίνοντας τον αριθμό του κινητού μου τηλεφώνου, ενώ τους ενημέρωσε να με καλούν μεταξύ 09.00πμ και 16.00πμ, ώρες που βρισκόμουν εκτός γραφείου, μιας και όπως γνώριζε εργάζομαι σταθερά στην απογευματινή βάρδια, 16.00μμ-00.00πμ.

Αποτέλεσμα, ήταν να γίνω δέκτης πολλών τηλεφωνημάτων και χυδαίων μηνυμάτων, τα οποία μου δημιούργησαν σοβαρό πρόβλημα, τόσο στην προσωπική, όσο και στην επαγγελματική μου ζωή. Αδιακρίτως ημέρας και ώρας, οι «ενδιαφερόμενοι» με καλούσαν και ζητούσαν επίμονα ραντεβού μαζί μου, με σκοπό την ερωτική συνεύρεση.

Κατόπιν υποδείξεων από κάποιους χρήστες-ενδιαφερόμενους της αγγελίας, μου γνωστοποίησαν, τον τρόπο που θα εντοπίσω την αγγελία, και κατ’ αυτόν τον τρόπο έφτασα στην ιστοσελίδα που φιλοξενούσε την υποτιθέμενη αγγελία μου. Μετά το πρώτο σοκ, απευθύνθηκα στους αρχισυντάκτες του σταθμού στον οποίο εργάζομαι, Βασιλική Μπαζού και Χρήστο Βασιλόπουλο, και μου υπέδειξαν το Τμήμα Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, της Ασφάλειας Αττικής. Αφού ενημέρωσα και τον προϊστάμενό μου αστυνομικό συντάκτη, Πέτρο Καρσιώτη, επικοινώνησα με τον προϊστάμενο του Τμ. Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, κ. Εμμανουήλ Σφακιανάκη και του ανέφερα το περιστατικό, προσκομίζοντάς του φωτοτυπημένη την καταχώρηση στο διαδίκτυο, και υπέβαλα μήνυση κατά του διακινητή της αγγελίας.

Έπειτα από εισαγγελική παραγγελία εντοπίστηκαν από τους αστυνομικούς τα ηλεκτρονικά ίχνη του δράστη, τα οποία όπως προέκυπτε, αντιστοιχούσαν σε κάποιον Στολικίδη Δημήτρη, άγνωστο προς εμέ πρόσωπο, και πιο συγκεκριμένα, σε εταιρεία ενοικιάσεως αυτοκινήτων, επί της Λεωφ. Αλεξάνδρας 158 Α. Την Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2005, άνδρες της ασφάλειας, εισέβαλαν στην επιχείρηση, με σκοπό να συλλάβουν τον Στολικίδη, και κατέσχεσαν το σκληρό δίσκο του Η/Υ, μέσω του οποίου συντάχθηκαν οι επίμαχες αγγελίες. Όπως προέκυψε από την κατάθεση του Στολικίδη, τη συγκεκριμένη ημέρα και ώρα, που πραγματοποιήθηκε η καταχώρηση, ο Δημήτρης Θανάσαινας, είχε περάσει από την εταιρείας, και είχε μπει στο συγκεκριμένο site, χωρίς ο Στολικίδης, όπως είπε, να γνωρίζει τι ακριβώς έκανε ο κατηγορούμενος δημοσιογράφος στονυπολογιστή του.

Ο Θανάσαινας το μεσημέρι της 25 ης Ιανουαρίου 2005, και με τη διαδικασία του αυτοφώρου, συνελήφθη με την κατηγορία της δυσφήμησης, συκοφαντικής δυσφήμησης, κατ’ εξακολούθηση και κατά συρροή, και παραβίαση προσωπικών δεδομένων, όλα μέσω Ιντερνετ. Οδηγήθηκε στην ΓΑΔΑ, όπου και κρατήθηκε. Στη συνέχεια, οδηγήθηκε στον Εισαγγελέα, ο οποίος του υπέβαλε ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος και τον παρέπεμψε στον Ανακριτή, για την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2005. Ο Θανάσαινας, μέχρι την τακτική δικάσιμο, είναι υποχρεωμένος να παρουσιάζεται κάθε 1 η και 15 η του μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του, του απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα, του κατασχέθηκαν τα δυο όπλα που νομίμως είχε στην κατοχή του, και καλείται να καταβάλλει το ποσό των 5.000 ευρώ ως εγγύηση.

Για όλους αυτούς τους ιδιαίτερα σοβαρούς λόγους, ζητώ από το ΠΠΣ, να εξετάσει την υπόθεση, και να θέσει το Δημήτρη Θανάσαινα εκτός του επαγγελματικού μας σωματείου και βίου».

 Αναπτύσσοντας την έφεσή του, ο εφεσιβάλλων συν. Δημ. Θανάσαινας, σε υπομνήματά του, ανέφερε, μεταξύ άλλων:

«…Ειδικότερα μου αποδόθηκε η κατηγορία ότι έβλαψα την τιμή και την υπόληψη της εγκαλούσας δια της αναρτήσεως σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα γνωριμιών στο διαδίκτυο, ερωτικής αγγελίας, με την οποία δήθεν έδινα το τηλέφωνο της κας Αλεξίου σε χρήστες της συγκεκριμένης ιστοσελίδας, ισχυριζόμενος ότι προσφέρεται για ερωτικά ραντεβού…

…Η πρωτοβάθμια απόφαση στηρίχθηκε σε σκέψεις και υπήρξε απόρροια διαδικασιών που παρέβησαν το Νόμο…

…Στην πράξη μου αποστερήθηκε το δικαίωμα υπεράσπισης, καθώς ουδέποτε κλήθηκα να παρασταθώ μαζί με τον δικηγόρο μου κατά την εκδίκαση της υποθέσεώς μου. Λήφθηκαν δε υπόψη στοιχεία τα οποία είχαν συλλεγεί το έτος 2005, χωρίς να ελεγχθεί εάν εξακολουθούν να ισχύουν. Στοιχειώδες παράδειγμα η λήψη υπόψη του μάρτυρα Φιλιππάκη, ο οποίος από μάρτυρας υπεράσπισης το 2005, έχει μεταστρέψει άποψη και υπήρξε μάρτυρας κατηγορίας μου και στους δυο βαθμούς της ποινικής δίκης.

Λήφθηκε υπόψη η εναντίον μου καταδικαστική απόφαση των ποινικών δικαστηρίων και μάλιστα επιλεκτικά, καθόσον έγινε απολύτως δεκτό το διατακτικό της, χωρίς όμως να γίνει δεκτή και η ποινή που μου επιβλήθηκε. Ενώ δηλαδή η ποινική δικαιοσύνη μου επέβαλε ένα χρόνο φυλάκιση με αναστολή, το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό μου επέβαλε ποινή διαγραφή δύο ετών από τα μητρώα της ΕΣΗΕΑ, χωρίς αναστολή και χωρίς να μου αναγνωρίσει οιοδήποτε από τα δυο ελαφρυντικά που τα ποινικά δικαστήρια μου αναγνώρισαν. Παρέβη έτσι η προσβαλλόμενη απόφαση και την αρχή της αναλογικότητας…».

 

Η εγκαλούσα συν. Κωνσταντίνα Αλεξίου, υποστηρίζοντας την έγκλησή της ενώπιον του ΔΠΣ, μεταξύ άλλων, είπε:

«…Συγγνώμη δεν μου ζήτησε ποτέ, ούτε στο δικαστήριο. Απειλές εξαπέλυσε όποτε είχε την ευκαιρία. Επιχείρησε μέσω συναδέλφων να με προσεγγίσει, ζητώντας μου οι συνάδελφοι να αποσύρω την μήνυση και την έγκληση που είχα υποβάλει σε βάρος του.

Ερ.: Οι συνάδελφοι αυτοί είχαν την ίδια άποψη με τον εγκαλούμενο Θανάσαινα, σχετικά με την απόσυρση της μήνυσης;

Απ. : Η άποψη την οποία μου μετέφεραν οι συνάδελφοι, ήταν κατόπιν παρεμβάσεων του Θανάσαινα, εκφέροντας την άποψη ότι αδίκως καταδιώκεται ο «άτυχος» συνάδελφος. Και ότι θα έπρεπε να αποσύρω όλες τις μηνύσεις και όλες τις εγκλήσεις εναντίον του.

… Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ταυτοποιήθηκε ως δημιουργός της αγγελίας και διαχειριστής της ο Θανάσαινας, ύστερα από διερεύνηση των αρμόδιων υπηρεσιών, ενώ για την απόφαση έχουν αποφανθεί τα δικαστήρια…».

 

Ο μάρτυρας της εγκαλούσας και μέλος του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, συν. Γιώργος Φιλιππάκης, κατέθεσε:

«Τον Φεβρουάριο ή Μάρτιο του 2005 ήμουν στα Τέμπη, λόγω των κινητοποιήσεων των αγροτών. Γίνεται η σύλληψη του Θανάσαινα από το ηλεκτρονικό έγκλημα, έπειτα από μήνυση κατ’ αγνώστων, που είχε κάνει η Αλεξίου. Τότε ήμουν εκπρόσωπος των εργαζομένων στον Alter , που δούλευε ο Θανάσαινας. Με πήρε τηλέφωνο ο κ. Σφαέλος, διευθυντής ειδήσεων, ο οποίος μόλις πληροφορήθηκε για τη σύλληψη του Θανάσαινα, τον απέλυσε. Πριν τη σύλληψη για αρκετούς μήνες (Νοέμβριο-Δεκέμβριο 2004), η Αλεξίου είχε ενημερώσει πολλούς συναδέλφους και εμένα, για μια ιστοσελίδα που εμφάνιζε το κεφάλι της κι ένα γυμνό γυναικείο σώμα και τα τηλέφωνά της για ερωτικά ραντεβού. Η ίδια έκανε μήνυση κατ’ αγνώστων στο ηλεκτρονικό έγκλημα και συνελήφθη ο Θανάσαινας.

Ως εκπρόσωπος των εργαζομένων κάλεσα σε συνάντηση τον Θανάσαινα κι όταν τον ρώτησα αν όντως είχε κάνει αυτήν την πράξη, απάντησε ότι ναι την έκανε για πλάκα και με παρακάλεσε να μεσολαβήσω στην Αλεξίου για να τα βρούνε.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο μάρτυς είπε: «Όχι, κατά τη δημοσιογραφική μου εμπειρία δεν έχει υποπέσει ανάλογο περιστατικό στην αντίληψή μου».

 

Ο μάρτυρας του εφεσιβάλλοντος και δικηγόρος του, κ. Γιώργος Μπατουδάκης, μεταξύ άλλων, κατέθεσε:

«…Ερ.: Σύμφωνα με μάρτυρα της εγκαλούσας όταν αποκαλύφθηκε το περιστατικό, ο τελευταίος ρώτησε τον κ. Θανάσαινα αν έκανε αυτήν την πράξη και εκείνος απάντησε: «Το έκανα για πλάκα». Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό;

Απ.: Δεν ήμουν παρών σε αυτό που υποτίθεται ότι έγινε.

Ερ. : Υπάρχει και άλλη μάρτυρας της εγκαλούσας –αστυνομικός- η οποία βεβαιώνει το γεγονός και καταθέτει συγκεκριμένα στοιχεία.

Απ. : Η κυρία αυτή η αστυνομικός, ουδέποτε εμφανίσθηκε σε κανένα δικαστήριο, όπως και κανένας αστυνομικός της δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος…

Ερ. : Τι γνωρίζετε σχετικά με το κινητό τηλέφωνο;

Απ. : Παρότι η ΕΛ.ΑΣ. γνώριζε από νωρίς μετά από την καταγγελία της εγκαλούσας την υπόθεση σε καμία από τις πάρα πολλές εκτυπώσεις που έχει προσκομίσει, δεν εμφανίζει το κινητό τηλέφωνο της εγκαλούσας.

Ερ. : Κατά τη γνώμη σας η ασφάλεια και στη συνέχεια το δικαστήριο παραπλανήθηκαν;

Απ. : Κατά τη γνώμη μου, η κρίση του δικαστηρίου και της ασφάλειας είναι λάθος…

Ερ. : Η κα. Μαρία Τυλιγάδη αστυνομικός και φίλη της εγκαλούσας κατέθεσε ότι ο κ. Στολικίδης είναι συγγενής του εγκαλουμένου, ο οποίος δήλωσε ότι το site αυτό το χρησιμοποιούσε ο εξάδελφός του Δ. Θανάσαινας. Απ’ όσο γνωρίζετε, έχουν ή όχι συγγένεια, ποια είναι η σχέση τους;

Απ. : Απ’ όσο γνωρίζω και απ’ όσο μπορούσα να ελέγξω, δεν είχαν συγγενική σχέση. Είχαν φιλική σχέση που δεν υπάρχει από τότε…».

Ερ.: Στα δικαστήρια είπατε ότι οι τεχνικές εκθέσεις της Ασφάλειας σε σχέση με το σκληρό δίσκο δεν κατατέθηκαν, δεν κλήθηκαν και δεν κατέθεσαν αστυνομικοί της Δίωξης του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος κλπ. Τελικά, με βάση ποια αποδεικτικά στοιχεία καταδικάσθηκε ο Θανάσαινας;

Απ.: Με εκτυπώσεις του επίμαχου site , τις οποίες εισέφερε τόσο η ΕΛ.ΑΣ. όσο και η υπεράσπιση και με καταθέσεις μαρτύρων. Και με υπηρεσιακά έγγραφα για την άρση του απορρήτου».

 

Η μάρτυρας του εφεσιβάλλοντος και α’ αντιπρόεδρος του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, συν. Νανά Νταουντάκη, κατέθεσε, μεταξύ άλλων:

«Η ΕΣΗΕΑ ασχολήθηκε με το θέμα, όχι μόνο εγώ, αλλά και άλλα μέλη του ΔΣ, όταν έφθασε σ’ εμάς η αναφορά του κ. Δ. Θανάσαινα, για καταδίωξη επαγγελματική που υφίσταται από την κα. Κων/να Αλεξίου, με την οποία ήταν σε δικαστική διαμάχη.

Δεν έχω προσωπική αντίληψη αυτής της διαμάχης και στο δικαστήριο, που με κάλεσε ο κ. Δ. Θανάσαινας, ως μέλος του ΔΣ, κατέθεσα μόνο γι’ αυτό το κομμάτι της επαγγελματικής καταδίωξης. Θα σας πω τι ακριβώς γνωρίζω:

Το 2011, όταν ο κ. Θανάσαινας βρήκε δουλειά στο γραφείο του υφυπουργού Πολιτισμού κ. Νικητιάδη, μόνος του και χωρίς καμία βοήθεια από την ΕΣΗΕΑ, λίγο καιρό μετά, προφανώς όταν το έμαθε η κα. Αλεξίου, χρησιμοποίησε όλους τους τρόπους πίεσης για να υποχρεωθεί ο υπουργός να τον διώξει, όπως κι έγινε. Το ότι η πίεση έρχεται από την πλευρά της κας. Αλεξίου, το γνωρίζουμε από τον ίδιο τον υπουργό και τον υφυπουργό, με τους οποίους επικοινωνήσαμε κι εγώ και ο κ. Σόμπολος.

Αυτή ήταν η τρίτη εργασία, που έχανε ο κ. Θανάσαινας στα ενδιάμεσα μιας μακρόχρονης ανεργίας, που ακολούθησε την απόλυσή του από τον Τ/Σ “ Alter ”, μετά τις καταγγελίες σε βάρος του.

Οι άλλες δυο εργασίες ήταν μια δίμηνη σύμβαση με τον Ρ/Σ «Αθήνα 9,84», στη συνέχεια μια συνεργασία με μπλοκάκι στον Τ/Σ “ Extra 3”…

Ερ.: Το γνωρίζετε προσωπικά τον κ. Θανάσαινα;

Απ. : Τον γνώρισα μετά την επιστολή που έστειλε στην ΕΣΗΕΑ και την απόλυσή του από τον «Αθήνα 9,84». Δεν έχω να προσθέσω τίποτε άλλο».

 

Ο μάρτυρας του εφεσιβάλλοντος, και πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, συν. Πάνος Σόμπολος, κατέθεσε:

«Τον κ. Θανάσαινα τον γνωρίζω από παλιά που κάναμε ρεπορτάζ και μερικές φορές ανταλλάσσαμε και ειδήσεις, τον βοηθούσα. Όταν δημιουργήθηκε το θέμα με την συν. Κ. Αλεξίου, προσπάθησα να παρέμβω, για την αποκατάσταση των σχέσεων των δυο συναδέλφων, χωρίς ωστόσο να γνωρίζω όλα τα στοιχεία της υπόθεσης.

Ο συν. Θανάσαινας με παρακάλεσε να έρθω να καταθέσω ως μάρτυρας στο ΔΠΣ. Του απάντησα ότι δεν γνωρίζω λεπτομέρειες για την υπόθεση και δεν μπορώ να καταθέσω. Μου είπε να αναφερθώ στο περιστατικό με τον υφυπουργού Τουρισμού κ. Νικητιάδη και μόνο αυτό ήθελε.

Επ’ αυτού, λοιπόν, καταθέτω ότι ενώ εργαζόταν στο γραφείο Τύπου, ο κ. Νικητιάδης αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία του. Επικοινώνησα με τον υφυπουργό, τον παρακάλεσα –ως πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ- να μην προχωρήσει στην διακοπή της συνεργασίας, επειδή ο συν. Θανάσαινας είναι σε άθλια οικονομική κατάσταση.

Τελικά, πήρα την υπόσχεση ότι θα τον κρατήσει και θα γίνει δεκτό το αίτημά μου. Δεν γνωρίζω για πόσο διάστημα αργότερα παρέμεινε στο υπουργείο.

Ερ.: Σας είπε ο συν. Θανάσαινας, για ποιο λόγο ο υφυπουργός του ζήτησε να διακόψει τη συνεργασία τους;

Απ. : Δεν θυμάμαι αν αυτή η διακοπή είχε σχέση ή όχι με την υπόθεση που είχε δημιουργηθεί με τη συν. Αλεξίου…

Ερ. : Προσπαθήσατε να παρέμβετε για τη διευθέτηση της διαφοράς. Γιατί είχε δημιουργηθεί θέμα;

Απ. : Δεν θυμάμαι λεπτομέρειες. Δεν έχω να προσθέσω τίποτε άλλο».

 

Ο εφεσιβάλλων ζήτησε να παραστεί κατά την απολογία του με πληρεξούσιο δικηγόρο. Το αίτημά του ομόφωνα απερρίφθη, καθώς έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 10 του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας των Πειθαρχικών Συμβουλίων της ΕΣΗΕΑ.

 

Απολογούμενος ενώπιον του Συμβουλίου, ο συν. Δημήτρης Θανάσαινας, μεταξύ άλλων, ανέφερε:

«Δεν έχω καμία σχέση με αυτά για τα οποία κατηγορήθηκα και τιμωρήθηκα από το ΠΠΣ…».

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, είπε: «Η συνάδελφος έκανε μήνυση κατά αγνώστων στην αστυνομία. Στο Πειθαρχικό με κατήγγειλε διότι της υπεδείχθη από την αστυνομία ότι κατόπιν μαρτυρίας ενός ατόμου, εγώ ευθυνόμουν για τη συκοφαντική δυσφήμιση που θεωρεί ότι υπέστη από τη δημοσίευση στο διαδίκτυο…

Ερ.: Εννοείται ότι η αστυνομία έχει κάνει λάθος σχετικά με την υπόδειξή σας ως υπευθύνου για αυτή την πράξη;

Απ.: Θεωρώ ότι είναι μια στημένη υπόθεση από την αστυνομία. Πρώτον, διότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο στη δικογραφία που να αποδεικνύει ότι εγώ διακίνησα το τηλέφωνο της εγκαλούσας και δεύτερον, διότι είμαι σε θέση να γνωρίζω γεγονότα τα οποία προηγήθηκαν της ποινικής διώξεως, με πρωταγωνιστή το διοικητή της δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος, τα οποία κατήγγειλα στον αρχηγό της αστυνομίας, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν έρεισμα για εκδίκηση από τον διοικητή της δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος. Η καταδίκη μου εκπορεύτηκε αποκλειστικά από την κατάθεση του βασικού υπόπτου και την ψευδομαρτυρία του Φιλιππάκη».

Αναφορικά με τη σχέση του με τον Στολικίδη, απάντησε: «Δεν έχω καμία συγγενική ή φιλική σχέση με τον Στολικίδη Δημήτριο. Απλά, μίσθωνα από αυτό αυτοκίνητα. Έχω υποβάλει μήνυση εναντίον του».

Ερ.: Αυτόν εννοείτε ως βασικό υπεύθυνο;

Απ.: Αυτόν αποδεικνύουν τα στοιχεία της δικογραφίας.

Ερ. Αφού τα στοιχεία της δικογραφίας αποδεικνύουν αυτόν ως ένοχο, πώς εξηγείτε την καταδίκη σας από το Εφετείο;

Απ.: Την εξηγώ με την αποδοχή από τον ’ρειο Πάγο της αναιρέσεώς μου…

Ερ.: Ο Στολικίδης γνώριζε την εγκαλούσα;

Απ.: Δεν το γνωρίζω.

Ερ.: Είχε προηγηθεί καταγγελία δική σας για τον διοικητή υπηρεσίας του ηλεκτρονικού εγκλήματος, πριν την εμπλοκή σας σε αυτήν την υπόθεση;

Απ.: Μάλιστα, τον Μάρτιο του 2004».

Σε ερώτηση, εάν είχε μετά την καταγγελία κάποια επαφή με τη συν. Αλεξίου, είπε: «Όχι, ανέλαβαν να επικοινωνήσουν μαζί της, με δική τους βούληση, ορισμένα μέλη του τότε ΔΣ της ΕΣΗΕΑ (πρόεδρος Σόμπολος, αντιπρόεδρος Νταουντάκη), κατόπιν ενημέρωσής μου προς το ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, για το διωγμό που υφιστάμην από την εγκαλούσα σε όλες τις θέσεις εργασίας που εύρισκα μετά την απομάκρυνσή μου από το “ Alter”.

Στο ερώτημα αν η συν. Αλεξίου, είχε τέτοια δύναμη μια ρεπόρτερ να επεμβαίνει σε βάρος του να χάνει τις δουλειές του, είπε: «Στα τρία τηλεφωνήματα που έκανε στην εργοδοσία του “ Extra”, του Ρ/Σ «9,84» και του υφυπουργού Γ. Νικητιάδη, απαιτώντας την απόλυσή μου και απειλώντας για δημοσιεύσεις σε blogs σε περίπτωση που δε με έδιωχναν, πέτυχε τρεις απολύσεις. Τα συμπεράσματα δικά σας.

Ερ.: Τι λόγους είχε ο Στολικίδης να υποδείξει εσάς όταν εντοπίστηκε ο δικός του υπολογιστής;

Απ.: Να φύγουν από πάνω του οι κατηγορίες και να αποφύγει το σχηματισμό δικογραφίας σε βάρος του.

Ερ.: Αφού έχετε μηνύσει τον Στολικίδη, γιατί δεν έχει ακόμη δικαστεί μέσα σε αυτά τα χρόνια;

Απ.: Έχει πάρει ως τώρα δύο αναβολές και αν δεν δικαστεί μέσα στο 2013, θα παραγραφεί.

Ερ.: Ποιος υποθέτετε ότι έκανε την ανάρτηση;

Απ.: Η ασφάλεια και συγκεκριμένα η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.

Ερ.: Πώς ήξεραν στην υπηρεσία την σχέση σας με τον Στολικίδη;

Απ.: Δεν μπορώ να γνωρίζω τις πρακτικές που έχει χρησιμοποιήσει η αστυνομία. Εάν θέλει, όμως, μπορεί να βρει τα πάντα.

Ερ.: Καταδικάζετε τη συκοφαντική δυσφήμιση που δέχτηκε η συνάδελφος;

Απ.: Ρητά και κατηγορηματικά».

 

Το ΔΠΣ, αφού έλαβε υπόψη τις μαρτυρικές καταθέσεις, την απολογία του εφεσιβάλλοντος, και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, αποφαίνεται ως ακολούθως:

 

Α) Ως προς τους λόγους εφέσεως:

Κατ’ αρχήν είναι αβάσιμος ο λόγος εφέσεως ότι παρεμποδίσθη να ζητήσει στην πρωτοβάθμια διαδικασία την εξαίρεση μελών του ΠΠΣ και της γραμματέως, που, κατά τους ισχυρισμούς του, φιλικές σχέσεις με την εγκαλούσα. Πέραν του ότι ως προς την γραμματέα η συμμετοχή της είναι υποχρεωτική, καθώς δεν υπάρχει δεύτερη γραμματέας προς αντικατάστασή της. Και για τούτο άλλωστε μετέχει αναγκαστικά και στην παρούσα διαδικασία, καθώς η συμμετοχή της είναι απαραίτητη για την συγκρότηση τόσο του ΠΠΣ όσο και του ΔΠΣ. Αυτό ακολουθείται σε όλες τις υποθέσεις. Μάλιστα ο εφεσιβάλλων υπέβαλε αίτηση εξαίρεσής της από την δευτεροβάθμια διαδικασία, αλλά παραιτήθηκε από το αίτημα αυτό. Θα πρέπει να μνημονευθεί η υπ’ αριθμ. 1927/82 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΝοΒ τομ.32 σελ. 1972), ότι είναι υποχρεωτική η συμμετοχή στη διαδικασία του αναγκαίου αριθμού μελών για την συγκρότηση του όποιου δικαιοδοτικού οργάνου, ακόμη και αν συντρέχει λόγος εξαιρέσεως, ώστε να μην προκύπτει αρνησιδικία.

Ως προς τον προβαλλόμενο λόγο εφέσεως, ότι μετά την έκδοση της τελεσίδικης ποινικής απόφασης δεν κλήθηκε να προτείνει νέους μάρτυρες και να προσέλθει εκ νέου στο ΠΠΣ, το ΔΠΣ σημειώνει: Στην πρωτοβάθμια διαδικασία το ΠΠΣ ολοκλήρωσε το αποδεικτικό μέρος με την εξέταση όλων των προταθέντων μαρτύρων και την απολογία του συν. Θανάσαινα, τόσο με όσα κατέθεσε προφορικά όσο και με όσα ανέφερε σε σχετικό υπόμνημά του. Επίσης, όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, «…Το ΠΠΣ αποδεχόμενο σχετικό αίτημα του εγκαλούμενου, αλλά και ακολουθώντας πάγια πρακτική κατά τα προβλεπόμενα από την υπ’ αριθμ. 2/13.10.05 απόφαση της κοινής συνεδρίασης των δύο Πειθαρχικών Συμβουλίων, ( άρθρο 20, παρ. 5 του Καταστατικού), ανέστειλε την έκδοση αποφάσεως, μέχρις ότου η υπόθεση αυτή κριθεί τελεσίδικα από την Ποινική Δικαιοσύνη, όπου είχε προσφύγει η εγκαλούσα».

 Μετά την τελεσίδικη κρίση του Α΄ Πενταμελούς Εφετείου, που εξέδωσε την καταδικαστική για τον συν. Θανάσαινα απόφαση, το ΠΠΣ προχώρησε στη δική του απόφαση, σημειώνοντας:

«…Το άρθρο 20, παρ. 3 του Καταστατικού ορίζει ότι: «…Απαλλακτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου λόγω αμφιβολιών, παραγραφής, έμπρακτης μετάνοιας και χάρης, δεν δεσμεύει τα Πειθαρχικά Συμβούλια». Συνεπώς, κάθε άλλη ποινική απόφαση είναι δεσμευτική».

 

Ως εκ τούτου, εφόσον είχε ήδη ολοκληρωθεί η αποδεικτική διαδικασία, δεν συνέτρεχε λόγος για πρόσθετες αποδείξεις, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο συν. Θανάσαινας.

Αβάσιμος θεωρείται και ο λόγος εφέσεως ότι δεν του επετράπη η συμπαράσταση με δικηγόρο. Αυτό δεν είναι πράγματι επιτρεπτό, όπως ρητά αναφέρεται στο άρθρο 10 του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των Πειθαρχικών Συμβουλίων, το οποίο άλλωστε εφαρμόστηκε και στην παρούσα διαδικασία.

Επίσης, δεν ευσταθεί και ο προβαλλόμενος λόγος εφέσεως ότι παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας σε σχέση της δικαστικής με την πειθαρχική ποινή. Πρόκειται για ανόμοια πράγματα. Και δεν μπορούν να συσχετισθούν η ποινή φυλάκισης (έστω και με αναστολή) του δικαστηρίου και η ποινή προσωρινής διαγραφής του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Πάντως και στις δύο περιπτώσεις εκρίθη ότι υπήρχε από την πλευρά του σοβαρό αδίκημα. Ακόμη θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ποινή της προσωρινής διαγραφής δύο ετών από τα μητρώα της ΕΣΗΕΑ δεν συνεπάγεται αποστέρηση του δικαιώματός του προς εργασία, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται. Αλλά και η συνδικαλιστική προστασία της ΕΣΗΕΑ παρέχεται και στα μη μέλη της, έστω και χωρίς ρητά να προκύπτει ως υποχρέωση, σε όσους ασκούν την δημοσιογραφία.

Ο προβαλλόμενος λόγος πως το ΠΠΣ στην απόφασή του υιοθέτησε αντικανονικά το σκεπτικό της τελεσίδικης ποινικής απόφασης και δεν καταχωρεί δική του αιτιολογία, επίσης είναι αβάσιμος. Και τούτο γιατί, όπως αναφέρεται και στην προσβαλλόμενη απόφαση, βάση του Καταστατικού της ΕΣΗΕΑ, τα Πειθαρχικά Συμβούλια δεσμεύονται να ακολουθούν τις ποινικές αποφάσεις, εκτός συγκεκριμένων εξαιρέσεων. Και αν ακόμη έχουν διάφορη άποψη, η κρίση του ποινικού δικαστηρίου είναι κυρίαρχη και δεσμευτική και προφανώς η επίκληση μέρους του σκεπτικού της εντάσσεται στην έννοια της αιτιολογίας της πειθαρχικής απόφασης.

Ούτε βέβαια η πειθαρχική διαδικασία σημαίνει νέα δίκη για το ίδιο αδίκημα, όπως ο εφεσιβάλλων ισχυρίζεται. Οι πειθαρχικές διαδικασίες καλύπτουν άλλη πλευρά των συνεπειών του κατά περίπτωση παραπτώματος από εκείνες της ποινικής διαδικασίας.

Β) Ως προς την διαδικασία στο ΔΠΣ:

Στην παρούσα διαδικασία ενώπιον του ΔΠΣ εξετάστηκαν όλοι οι προταθέντες μάρτυρες και απολογήθηκε ο εφεσιβάλλων, κατά τα προβλεπόμενα, όπως αναλυτικά προαναφέρεται.

Και από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε ότι πράγματι ο συν. Θανάσαινας προέβη σε συκοφαντική δυσφήμιση της εγκαλούσας συν. Αλεξίου, όπως υποστηρίζει στην έγκλησή της.

Αυτό έγινε με καταχώρηση στο διαδίκτυο και στην ιστοσελίδα γνωριμιών www. jointheclub. gr ερωτικής αγγελίας με την ονομασία «ΝΑΝΤΙΝ 23», μέσω της οποίας, απέστελνε μηνύματα σε χρήστες του internet στους οποίους έδινε το κινητό τηλέφωνο της εγκαλούσας Κωνσταντίνας Αλεξίου, ισχυριζόμενος ότι είναι η ίδια και ότι προσφέρεται για ερωτικά ραντεβού. Με τον τρόπο αυτό έβλαψε την τιμή και την υπόληψή της προκαλώντας προβλήματα σε βάρος της.

Πρόκειται για απαράδεκτη συμπεριφορά, που παραβιάζει απόλυτα τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, αλλά ακόμη και τις σχετικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα.

Ο ισχυρισμός που προβάλλει ο εφεσιβάλλων, ότι πρόκειται για «στημένη υπόθεση από την αστυνομία» για λόγους εκδίκησης, επειδή εκείνος προέβη σε κάποιες καταγγελίες ,όπως αναφέρει, δεν προέκυψε ότι έχει βάση. Κανένας από τους μάρτυρες που πρότεινε δεν στηρίζει την άποψη αυτή, έστω και αν διατυπώνονται επιφυλάξεις για τις κατηγορίες εναντίον του. Ούτε στη διεξοδική διαδικασία ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων και τις εκδοθείσες αποφάσεις γίνεται αποδεκτός αυτός ο ισχυρισμός.

Το Α’ Πενταμελές Εφετείο Αθηνών με την υπ’ αριθμ. 2387/2011 τελεσίδικη απόφασή του, κήρυξε ένοχο τον εγκαλούμενο συν. Δημ. Θανάσαινα και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 12 μηνών με διετή αναστολή.

Το άρθρο 20, παρ. 3 του Καταστατικού ορίζει ότι: «…Απαλλακτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου λόγω αμφιβολιών, παραγραφής, έμπρακτης μετάνοιας και χάρης, δεν δεσμεύει τα Πειθαρχικά Συμβούλια». Συνεπώς, κάθε άλλη ποινική απόφαση είναι δεσμευτική.

Ως εκ τούτου, πέραν των άλλων στοιχείων της πειθαρχικής διαδικασίας, που αποδεικνύουν την καταγγελόμενη συμπεριφορά του εγκαλούμενου, υποχρεωτικά λαμβάνεται υπόψη και η ως άνω τελεσίδικη απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών ως προς την ενοχή του.

Κατόπιν αυτών, το ΔΠΣ κρίνει παμψηφεί πειθαρχικά ελεγκτέο τον συν. Δημήτρη Θανάσαινα, για παράβαση του άρθρου 7, παρ. 1, εδ. α’ του Καταστατικού και άρθρου 6, παρ. α’ του Κώδικα Αρχών Δεοντολογίας.

 

Διατηρεί ομόφωνα την ποινή της προσωρινή διαγραφής 2 ετών από τα μητρώα της ΕΣΗΕΑ.

 

Η απόφαση καθαρογράφηκε την Πέμπτη, 28.02.13.

 

Η πρόεδρος                             Η γραμματέας

     Μιμή Τουφεξή                   Μαρία Χριστοφοράτου