image_pdfimage_print

Οι συνεχιζόμενες προσπάθειες απαξίωσης του Τύπου, στο σύνολό του και αδιακρίτως, υποχρεώνουν το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ να επανέλθει στο φαινόμενο που σχηματικά περιγράφεται ως «κρίση των ΜΜΕ».
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ για άλλη μια φορά επισημαίνει ότι:
Η αποκλειστική ευθύνη γι’ αυτό που φτάνει στον τηλεθεατή, ακροατή, αναγνώστη βαρύνει τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, χωρίς να παραγνωρίζουμε και τις ευθύνες μερίδας δημοσιογράφων, οι οποίοι με καθαρά προσωπικές επιλογές καταπατούν τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.
Η πλήρης, ολόπλευρη και ουσιαστική ενημέρωση είναι δικαίωμα του ελληνικού λαού και αυτή οφείλουν να παρέχουν τόσο τα ιδιωτικά ΜΜΕ, όσο και η κρατική ραδιοτηλεόραση.
Όσο η ενημέρωση θα χρησιμοποιείται από τους ιδιώτες ιδιοκτήτες των ΜΜΕ ως εμπόρευμα με στόχο το κέρδος και την εξυπηρέτηση των κάθε μορφής συμφερόντων και σκοπιμοτήτων τους, δεν μπορεί να είναι πλήρης, ολόπλευρη και ουσιαστική.
Η ευθύνη όλων των κυβερνήσεων αλλά και των θεσμών της πολιτείας για πολλά από τα δεινά που μαστίζουν το χώρο της ενημέρωσης είναι δεδομένη και σοβαρότατη. Το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο αφέθηκε εσκεμμένα και επί μακρόν σε καθεστώς ανομίας, ώστε μέσα από ένα δούναι και λαβείν διαρκές, και διαρκώς υπόγειο και εξωθεσμικό, να εξυπηρετηθούν τα εξωδημοσιογραφικά ή και αντιδημοσιογραφικά συμφέροντα τόσο των κομμάτων εξουσίας όσο και των καναλαρχών-εκδοτών, με αποτέλεσμα τη χειραγώγηση του πολιτικού συστήματος.
Είναι προφανές ότι ιδιοκτήτες Μέσων που τους επιτράπηκε να γίνουν πανίσχυροι, ερήμην οποιασδήποτε νομοθετικής ρύθμισης, για το τελευταίο που θα νοιάζονταν είναι τα νόμιμα δικαιώματα όσων εργάζονται σε αυτά, τα οποία άλλωστε και καταπατούν.
Η πεποίθηση της παντοδυναμίας και η βεβαιότητα ότι ακόμα και η ασυδοσία μένει ατιμώρητη, μετέτρεψε τους καναλάρχες σε φεουδάρχες και τώρα το πολιτικό σύστημα πληρώνει ακριβά την υστεροβουλία του, συνειδητοποιώντας ότι απειλείται να καταστεί δέσμιο εκείνων που θέλησε να ποδηγετήσει.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ, ενός σωματείου που δεν έχει μόνο συνδικαλιστικό χαρακτήρα αλλά και πνευματικό, δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να παρακολουθεί αδιάφορο την υποβάθμιση της ποιότητας της ενημέρωσης από «αμφιλεγόμενες πρακτικές», όπως χαρακτηριστικά τις αποκαλεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πρακτικές που υιοθετούνται ασμένως από ανθρώπους που θεωρούν ότι η «τέταρτη εξουσία» δικαιούται να είναι ασύδοτη.
Για τον δημοσιογράφο ο σκοπός δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αγιάζει τα μέσα, και τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα όταν αμφισβητείται έντονα η αγιοσύνη του ιδίου του προβαλλόμενου σκοπού. Η προσχηματική επίκληση ενός θολού «δημόσιου συμφέροντος» δεν καθαγιάζει τη συστηματική χρήση αθέμιτων μεθόδων που κινούνται σε επισφαλή όρια μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας.
• Δεν καθαγιάζει τη χρήση προϊόντων υποκλοπής.
• Δεν καθαγιάζει την περιφρόνηση απέναντι στο τεκμήριο της αθωότητας.
• Δεν καθαγιάζει τη μετατροπή τηλεοπτικών εκπομπών σε πεδία διασυρμού και ηθικού προπηλακισμού πολιτικών και πολιτών, στους οποίους πολύ συχνά δεν δίνεται καν το δικαίωμα και ο χρόνος να εκθέσουν την άποψή τους.
• Δεν καθαγιάζει την αλαζονική υποκατάσταση των τριών θεσμοθετημένων εξουσιών από ορισμένους ανθρώπους του Τύπου, οι οποίοι συγχέουν τους ρόλους και περιφρονούν την καταστατική υποχρέωσή τους να σέβονται τον Κώδικα Δεοντολογίας που εξακολουθεί να υπάρχει, έστω κι αν οι ίδιοι, καταφανώς ψευδόμενοι, ισχυρίζονται το αντίθετο.
Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ δεν μπορεί παρά να πιστεύει ότι η προαίρεση είναι προτιμότερη από την υποχρέωση και η αυτόβουλη συμμόρφωση προς τους πάγιους κανόνες, γραπτούς και άγραφους, προτιμότερη από τον εξαναγκασμό. Αλλά δεν μπορεί και να μη θυμίσει, συμβολικά, την ύπαρξη του Κώδικα Δεοντολογίας, η πιστή τήρηση του οποίου επαφίεται στη συνείδηση των συναδέλφων.

Ο Κώδικας Επαγγελματικής Ηθικής και Κοινωνικής Ευθύνης των δημοσιογράφων-μελών της ΕΣΗΕΑ υπάρχει στην ιστοσελίδα της Ε.Σ.Η.Ε.Α. στην διεύθυνση http://www.esiea.gr/gr/1peri/deontology.html και εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση της 19-20 Μαΐου 1998, με ποσοστό 80,4%